Τι σήμαινε στα αρχαία χρόνια η λέξη «Έλληνας»

Πριν από κάμποσο καιρό έπιασα την συζήτηση με κάποιον «ms» στο Twitter με θέμα την ανάσταση των νεκρών. Την συζήτηση μας φυσικά έτυχε να την δουν και πολλοί άλλοι, εκ των οποίων πολλοί ήταν αυτοί που μου απάντησαν. Κάποιος από αυτούς αν και στην αρχή με ειρωνεύτηκε, στο τέλος η συζήτηση μας συνεχίστηκε ομαλά, πράγμα που με έκανε να σκεφτώ ότι είναι ωραία ιδέα να καθήσω να γράψω ένα κείμενο με πηγές, με το οποίο θα του εξηγούσα κάποια πράγματα. Όταν το έγραψα όμως, διαπίστωσα ότι ίσως αυτός να μην ήξερε κάποιες πληροφορίες από αυτές που του έλεγα, γι’αυτό σκέφτηκα να του γράψω μερικές εξηγήσεις για όσα πράγματα νόμιζα ότι πιθανόν δεν ξέρει. Τελικά το πράγμα κατέληξε στο οι εξηγήσεις να είναι περισσότερες από ότι το ίδιο το κείμενο και τελικά κάποιες από αυτές έγιναν ολόκληρα άρθρα. Ε, για να μην τα πολυλογώ, μία από αυτές τις εξηγήσεις είναι το παρακάτω άρθρο.

Τι σήμαινε στα αρχαία χρόνια η λέξη «Έλληνας»;
Στα αρχαία χρόνια δεν σήμαινε μόνο τους κατοίκους της Ελλάδας, αλλά ήταν τίτλος τιμής προς όλους όσους είχαν βαθιά πίστη στην ειδωλολατρεία όπως οι έλληνες που ήταν το παράδειγμα. Εν ολίγοις, «έλληνας» θα μπορούσε να ήταν ο οποιοσδήποτε άνθρωπος γεννιόταν στον πλανήτη ασχέτως καταγωγής αρκεί να ήταν ειδωλολάτρης. Αν για παράδειγμα ένας κινέζος σεβόταν την ειδωλολατρεία θα είχε την επονομασία «έλληνας». Δυστυχώς όμως λόγο της μεγάλης έλλειψης γνώσεως που έχει η σημερινή νεολαία σε γενικές γραμμές και μάλιστα γι’ αυτήν την λεπτομέρεια, αυτό το γεγονός έχει καταντήσει ένας άσσος στο μανίκι των σημερινών Μασσώνων. Είναι γνωστό ότι οι 9/10 Μασσώνους είναι Εβραϊκής καταγωγής και είναι επίσης γνωστό ότι οι Εβραίοι μισούν την Ελλάδα και τον ελληνισμό εδώ και περίπου 2.000 χιλιάδες χρόνια, εξαιτίας των γεγονότων που ἐγιναν επί εποχής Πτολεμαίου τότε με τους Μακαβαίους. Γνωρίζοντας ότι οι σημερινοί έλληνες δεν ξέρουν πολλά πράγματα περί του χριστιανισμού, (ή μάλλον φροντίζοντας εξαρχής να μείνουν αμόρφωτοι όχι μόνο για αυτό το θέμα αλλά και γενικότερα) φοράνε την προβιά του σύγχρονου 12θεϊστή και το παίζουν γνήσιοι έλληνες πατριώτες που ενδιαφερονται πρώτον για την αρχαία Ελλάδα και δεύτερον για την λεγομένη «πατρώα θρησκεία»*, (δηλ., το 12θεο), διαλλαλώντας δεξιά και αριστερά την υπεράσπιση αυτών των δυο.

Και το κάνουν αυτό για τουλάχιστον δύο λόγους:
Πρώτον γιατί ελπίζουν να φέρουν έριδες και προβλήματα μεταξύ των πιστών του χριστιανισμού και των πιστών του 12θέου που αναμενόμενα ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες μετά από τόση προπαγάνδα.

Δεύτερον για να ρίξουν άδεια και να πιάσουν γεμάτα. Γεμάτα από ανίδεους που πιστεύουν ότι όχι μόνο πολεμάνε κατά των κακών χριστιανών, όχι μόνο ότι είναι μορφωμένοι επειδή γνωρίζουν κάποια πράγματα περί της Αγίας Γραφής (κάτι εδάφια τα οποία τους τα διδάσκουν επίτηδες λανθασμένα… γι’ αυτό θα γράψω άλλο κείμενο στο μελλον με παραδείγματα) αλλά και ότι είναι γνήσιοι έλληνες που πρέπει να υπερασπιστούν την πατρίδα ενάντια «στον εχθρό». Αυτό που κάνουν οι Μασσώνοι στην πραγματικότητα όμως, είναι απλά να ετοιμάζουν μπουλούκια από αμόρφωτους φανατικούς (και μάλιστα και στο τι λέει η ορθόδοξη Θεολογία αλλά και στο τι λέει η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία) οι οποίοι είναι έτοιμοι να δεχτούν οποιαδήποτε μπούρδα τους πουν.

Τώρα το γιατί το κάνουν αυτό; Με ποιο σκοπό; Μπορώ να σκεφτώ μερικούς όπως για παράδειγμα την σωματική βία εναντίων των χριστιανών, την πτώση του χριστιανισμού τον οποίον μισούν, την εξάπλωση του 12θέου (το γιατί αυτό είναι κακό, θα το πούμε σε άλλο άρθρο επίσης) και λοιπά.

Σε ότι αφορά λοιπόν τα δύο νοήματα της λέξης «έλληνας», δηλ., ή «κάτοικος της Ελλάδας» ή «ειδωλολάτρης ασχέτου καταγωγής», οι ψευτο-12θεϊστές τα χρησιμοποιούν, ελπίζοντας ότι θα πείσουν τον κόσμο ότι ο χριστιανισμός είναι κακό πράγμα. Ως απόδειξη επί τούτου, λένε ψέμματα, μετατρέποντας ή συγχωνεύοντας το νόημα αυτών των δύο λέξεων ανάλογα με την περίσταση, για να πείσουν τον κόσμο ότι ο χριστιανισμός «προτρέπει στην εξόντωση των ελλήνων». Το λένε αυτό, με δικαιολογία ότι στην Αγία Γραφή και σε διάφορα λοιπά κείμενα της εκκλησίας, υπάρχουν λέει, προτρεπτικά λόγια προς επίτευξη αυτού του σκοπού. Στην πραγματικότητα, η Αγία Γραφή μιλάει μεν για… ας χρησιμοποιήσουμε την λέξη «εξόντωση» αφού τους αρέσει τόσο πολύ, όχι βέβαια των κατοίκων της Ελλάδας όπως θέλουν να μωρολογούν, αλλά της λανθασμένης πίστης στην ειδωλολατρεία. Και αυτό φαίνεται από μίλια μακρυά από τα λοιπά εκκλησιαστικά συμφραζόμενα. Εννοείται βέβαια ότι αυτά τα συμφραζόμενα γίνονται γαργάρα επίτηδες. Και δυστυχώς, η σημερινή νεολαία που όλα θέλει να τα έχει έτοιμα στο πιάτο χωρίς να κουραστεί να ψάξει μόνη της για να δεί με τα ίδια της τα μάτια, τους πιστεύει ηλιθίως. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνουν όχι μόνο την συκοφαντία κατά του χριστιανισμού αλλά και την συκοφαντία κατά του ελληνισμού επίσης, αφού δείχνει ότι οι «έλληνες» (Εβραίοι) είναι συκοφάντες και ανήθικοι που λένε ψέμματα. Με ένα σμπάρο δυο τρυγώνια!

Πάμε τώρα στην εξήγηση του όρου «Πατρώα θρησκεία» που έβαλα αστεράκι παραπάνω. Τότε που είπα ότι «το παίζουν γνήσιοι έλληνες πατριώτες που ενδιαφερονται πρώτον για την αρχαία Ελλάδα και δεύτερον για την λεγομένη «πατρώα θρησκεία»*, (δηλ., το 12θεο), διαλλαλώντας δεξιά και αριστερά την υπεράσπιση αυτών των δυο. »

Είναι όντως «Πατρώα θρησκεία»; Ε σόρρυ αλλά δεν είναι και τόσο σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, όπως μας λένε οι ίδιοι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Αντιθέτως, οι αρχαίοι φιλόσοφοι όχι μόνο δεν πίστευαν στο 12θεο αλλά το αποκήρυξαν κιόλας! Και μάλιστα με λογικά ερωτήματα και σοφία, όχι απλά επειδή δεν τους άρεσε. Και δη, (= μάλιστα) όχι μόνο το αποκήρυξαν, αλλά επίσης προκήρυξαν και την ύπαρξη του μονοθεϊσμού, δηλαδἠ, τον έναν και μοναδικό Θεό. Και για να μην έχετε καμμιά αμφιβολία επί όλων όσων λέω, παραθέτω παρακάτω μερικές πηγές από την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία που θα σας διαφωτίσουν περισσότερο. Να διευκρινήσω εδώ, πως οι παρακάτω πηγές, είναι από ξένο κείμενο όχι δικό μου, το οποίο κυκλοφορεί ευρέως στο ίντερνετ, όπως π.χ εδώ: Κριτικη της αρχαιοελληνικης θρησκείας

Όχι να μην πει κανένας την εξυπνάδα πως «η πηγή που μας δίνεις είναι ένα εκκλησιαστικό site» γιατί εκκλησιαστικό-ξεκκλησιαστικό οι πηγές είναι πηγές και δεν μπορείτε να τις αρνηθείτε απλά και μόνο επειδή έτσι γουστάρετε με διάφορες δικαιολογίες. (Εννοείται βέβαια ότι αυτό το λέω μόνο για τους τυχών αντιρρησίες, Μασσώνους, 12θειστές, οτιδήποτε. Όσοι πιστοί στην έρευνα και την γνώση προσέλθετε.) Αρκεί οι πηγές να είναι όντως αυθεντικές εννοείται. Το αν είναι ή όχι μπορείτε να το διαπιστώσετε μόνοι σας, αν διαβάσετε την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία εδώ:
https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/index.html

Οι πηγές /το κείμενο:
Αυτά βλέποντας οι μεγάλοι σοφοί της αρχαιότητας απέρριψαν επιδεικτικά την αρχαιοελληνική θρησκεία, την οποία χαρακτήρισαν απαράδεκτη, παράλογη και εν πολλοίς επικίνδυνη για την ανθρώπινη κοινωνία!

Όλα σχεδόν τα μεγάλα πνεύματα της αρχαιότητας άσκησαν κριτική και αρνήθηκαν την αρχαιοελληνική ειδωλολατρία. «Κατά τους εξ π.Χ. αιώνας προσεπάθησαν να υπερβούν την πολυθεΐαν, να διαμορφώσουν μίαν υψηλοτέραν ιδέαν περί πνευματικού Θεού, να καθάρουν την έννοιαν του θείου από όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία είχαν επισωρεύσει η μυθολογία, η δεισιδαιμονία και η πρωτόγονος μαγική σκέψις των μαζών» – (Κ. Σπετσιέρη, «Εικόνες Ελλήνων Φιλοσόφων», Αθήνα 1964, σελ. 75).

«Οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι αντιτάχθησαν στην ειδωλολατρική πολυθεΐα και ηγωνίσθησαν, ώστε να καθαρθεί η έννοια του θείου από το μη θεοπρεπές στοιχείον» (Ν. Βασιλειάδη «Ο ανθρωπισμός του Χριστιανισμού» Αθήναι 1986, σελ. 48).

Πρώτος ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (570-480 π.Χ.) τόλμησε να αρνηθεί την κρατούσα ειδωλολατρική θρησκεία της εποχής του και να διακηρύξει επίσημα: «Εις Θεός, εν τε θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος ούτε δέμας θνητοίσι όμοιος ουδέ νόημα». Όμως «πάντα θεοίσ’ ανέθηκαν Όμηρος θ’ Ησίοδος τε… όσσα παρ’ ανθρώποισιν ονείδεα και ψόγος εστίν, κλέπτειν, μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν» (Ξενοφ. Απ.,11)!

Τους θεούς θεωρούσε εξ ολοκλήρου αποκυήματα της ανθρώπινης φαντασίας, ανάρμοστα για τη θεία φύση. Υποστήριζε μάλιστα πως όσοι πιστεύουν ότι οι θεοί γεννήθηκαν, ασεβούν το ίδιοι με όσους λένε πως οι θεοί πεθαίνουν!

Ο Ηράκλειτος (540-480 π.Χ.) επιζητούσε «εξαγνισμόν από τα είδωλα» και πνευματική λατρεία του θείου (Αποστ. 5, Diels). Συνέλαβε την έννοια του ενός Θεού υποστηρίζοντας πως «Έν πάντα… εκ πάντων έν καί εξ ενός πάντα…ταυτό τε ζών καί τεθνηκός καί εγρήγορος καί καθεύδον καί νέον και γηραιόν… αγαθόν και κακόν -εν καί ταυτόν-» (Β΄ 50, 10, 88, 58).

Καθιέρωσε την πνευματική έννοια του Λόγου ως την υπέρτατη αιτία των πάντων και ως τον πάνσοφο νου που συγκροτεί τον κόσμο και προνοεί γι’ αυτόν (Α 16). Υποστήριζε πως ο Όμηρος και ο Ησίοδος, αποδίδοντας στους θεούς κακίες και ανηθικότητες είχαν ολέθρια επίδρασή στα ήθη των ανθρώπων. Ακόμη στηλίτευσε τον ανόητο ανθρωπομορφισμό, τόνισε την απόλυτη διαφορά ανθρώπου και Θεού (Αποσπ. 88) και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (Βακχισμός, ιερά όργια, ιερή πορνεία κ.λπ.).

Ο Αναξίμανδρος (610-564 π.Χ.) αποφάνθηκε πως το θείον είναι «αθάνατον καί ανόλεθρον», «περιέχει δε άπαντα καί πάντα κυβερνά» (Αριστ., Μεταφ. 203Β).

Ο Εμπεδοκλής (493-433 π.Χ.) καταδίκασε έντονα τον ανθρωπομορφισμό της αρχαιοελληνικής θρησκείας και όρισε ότι το θείον είναι πνεύμα (Β΄ 134)

Ο Παρμενίδης (5ος αιών π.Χ.) αρνήθηκε μετά βδελυγμίας τις απαράδεκτες αντιλήψεις της εποχής του για το θείο και αποφάνθηκε πως αυτό είναι πέρα από κάθε φυσικό φαινόμενο και ανθρώπινη σύλληψη. Το θείον είναι «ατεμές» και «ακίνητον» (Β΄ 23, 24, 26)

Ο Αναξαγόρας (490-427 π.Χ.) απεφάνθη ότι ο ήλιος, η σελήνη και τα αστέρια, δεν είναι θεοί, όπως πρέσβευε η ειδωλολατρική θρησκεία και η οποία απαιτούσε λατρεία γι’ αυτά, αλλά πύρινες μάζες. Το ίδιο είχαν υποστηρίξει και ο Αναξίμανδρος, ο Αναξιμένης, ο Θαλής, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος.

Ο Μητρόδωρος (5ος αιών π.Χ.), μαθητής του Αναξαγόρα, διακήρυξε πως «οι θεοί δεν είναι εκείνο που νόμιζαν όσοι τους έχτιζαν ναούς και τους προσκυνούσαν» (P. Decharme, «Ελληνική Μυθολογία» τομ. Α’, σελ. 286).

Ο Πρωταγόρας (480-411 π.Χ.) θεμελίωσε την έννοια της απόλυτης υπερβατικότητας του θείου και σατίρισε την παιδαριώδη θρησκευτικότητα της εποχής του, γι’ αυτό οι φανατικοί ειδωλολάτρες αποφάσισαν να τον σκοτώσουν (Θ.Η.Ε., τομ. 10,692).

Ο Ηρόδοτος (480-421 π.Χ.) δεν δίστασε να ασκήσει κριτική στο Μαντείο των Δελφών για ψεύτικους χρησμούς και στηλίτευσε την απαράδεκτη ιερή πορνεία (Ιστ. Ι. 199). Ο Αριστόδημος και ο Δημοσθένης περιγελούσαν επίσης τις ανόητες μαντείες του δελφικού μαντείου (P. Dech., ό.π.). Επίσης ο Επίχαρμος (530-440 π.Χ.) λοιδορούσε την αρχαία ειδωλολατρία, διότι αυτή θεωρούσε «τούς θεούς είναι ανέμους, ύδωρ, γήν, ήλιον, πύρ, αστέρες» (Στοβ. Ανθ. 91,92).

Ο Πίνδαρος (522-446π.Χ.) στα περίφημα ποιήματά του απογύμνωσε τους θεούς από τις μυθολογικές γελοιότητες που προσβάλουν το θείο, (Πινδ. Ολυμ. Θ΄35) και (P. Dech., ό.π., σελ. 7) και δεν έκρυβε τις μονοθεΐζουσες ιδέες του (Θ.Η.Ε., τόμ. 10, 393).

Ο Πρόδικος (5ος αιών π.Χ.) υποστήριξε με πάθος πως οι άνθρωποι της αρχαιότητας, λόγω πλάνης, θεωρούσαν ως θεούς ό,τι ήταν χρήσιμο για τη ζωή τους, όπως ο ήλιος, η σελήνη, τα ποτάμια οι πηγές, τα ζώα, κ.λπ. (Ξενοφ. Απομν. 11,3)

Ο Αντισθένης (414-365 π.Χ.) διακήρυξε πως ο Θεός είναι ένας και απόλυτα υπερβατικός για τον ανθρώπινο νου. Αποκήρυξε την θρησκεία της εποχής του γιατί οι θεοί της ήταν θεοποιηθέντες άνθρωποι! (Cicero de Nat. Deor. I,II, 13).

Ο Θεόφραστος (372-287 π.Χ.) ζήτησε να πάψουν οι ανόητες ζωοθυσίες, αφενός μεν από σεβασμό προς τα ζώα και αφετέρου, επειδή ο Θεός δεν έχει ανάγκη τέτοιες ταπεινές πράξεις (Θ.Η.Ε., τόμ. 6,415).

Ο Ευριπίδης (480-406 π.Χ.) χαρακτήρισε τις γελοίες για τους θεούς διηγήσεις των ποιητών «αοιδών δυστήνους λόγους» (Ευρ., Ηρακλ. Μαιν. 1346) και υποστήριξε πως «εί οι θεοί εισί κακοί ουκ εισί θεοί» (Ευρ., Βαλλεροφ. 23) με αποτέλεσμα να γίνει στόχος του φανατικού ειδωλολατρικού όχλου και να καταφύγει στη Μακεδονία!

Ο Σωκράτης (469-399 π.Χ.) υπήρξε σαφώς μονοθεϊστής. Κατά κανόνα ομιλούσε για Θεό και σπανιότατα ομιλούσε για θεούς. Στους μαθητές του δίδασκε διαφορετική θρησκευτική πίστη, γι’ αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο ως «έτερα καινά δαιμόνια εισφέρων».

Ο Πλάτων (428-347 π.Χ.) φυγάδευσε κυριολεκτικά τον Όμηρο από την «Πολιτεία» του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοί μύθοι για τους θεούς αποτελούν επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφατικά ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C).

Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα ειδωλολατρική θρησκεία και προσηλώθηκε στην δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν». Χαρακτηριστικά είναι τα εξής αποφθέγματα του μεγάλου φιλοσόφου, τα οποία προδίδουν τις μονοθεϊστικές αντιλήψεις του: «Ο δή Θεός ημίν πάντων χρημάτων μέτρον άν είη μάλιστα» (Νομ. IV 716e), «Ομοιούσθαι Θεώ» (Πολ. 613Β), «Ο Θεός έχει ταίς χερσίν αυτού τήν αρχήν, το μέσον και το πέρας πάντων των ό-ντων» (Νομ. Δ’ 713e).

Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) όρισε το θείον ως «τό πρώτον κινούν ακίνητον», ως «Νόησιν Νοήσεως» και ως «Ζώον αΐδιον άριστον» (Μεταφ. 1072, Β’ 29) ορίζοντας έτσι την πίστη του σε μία υπερβατική αρχή. Υπεράσπισε την ενότητα της θείας ουσίας ως εξής: «ουκ πολυκοιρανίη εις κοίρανος» (Μεταφ. 1076Α). Αρνήθηκε κατηγορηματικά τις ανόητες περί θεών πίστεις της αρχαιοελληνικής θρησκείας και γι’ αυτό κατηγορήθηκε για αθεϊσμό!

Οι Στωικοί, ακολουθώντας την διδασκαλία του Ζήνωνα καθιέρωσαν την πίστη στον ένα Θεό και ερμήνευσαν τους μύθους του Ομήρου αλληγορικά (P. Nilsson, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Αθήναι 1977, σελ 304).

Αρνητές της αρχαιοελληνικής ειδωλολατρικής θρησκείας υπήρξαν ακόμα ο Καρνεάδης, ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος και όλοι οι σοφιστές, οι κυνικοί και οι στωικοί φιλόσοφοι.

Το τελειωτικό κτύπημα στην αρχαία θρησκεία, το έδωσε ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος (317-297 π.Χ.) ο οποίος διατύπωσε τη θεωρία η οποία έγινε τελικά ευρέως αποδεκτή, πως οι θεοί της αρχαιοελληνικής θρησκείας ήταν κάποιοι επιφανείς άνθρωποι της πολιάς αρχαιότητας, τους οποίους οι άνθρωποι λόγω αμάθειας θεοποίησαν!

Έχοντας όλα αυτά υπ’ όψιν του ο Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας († 165 μ.Χ.) έγραφε πως «Οι μετά λόγου βιώσαντες χριστιανοί εισί, κάν άθεοι ενομίσθησαν, οίον εν Έλλησι μέν Σωκράτης καί Ηράκλειτος καί οι όμοιοι αυτοίς» (Ιουστ. Α΄ Απολ. α΄ 46,3, ΒΕΠΕΣ 3,186) και «Ουχ αλλότρια εστί τά τού Πλάτωνος διδάγματα τού Χριστού, όσα ούν παρά πάσι καλώς είρηται ημών τών Χριστιανών εστί» (Ιουστ. Β’ Απολ. 13,2-4, ΒΕΠΕΣ 3,207)!

Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς επίσης μίλησε περί «ειδικής αποκαλύψεως» από το Θεό στους αρχαίους Έλληνες σοφούς (Προτρεπτ. VI, ΒΕΠΕΣ 7,52)!

Αργότερα, με το έπος και την σπουδή των κλασικών ο Βυζαντινός αναλαμβάνει την ελληνική του καταγωγή, χωρίς να αισθάνεται πως κάτι τέτοιο βλάπτει την Χριστιανικότητά του, συνδυάζοντας φιλοσοφία και θεολογία και ανακηρύσσοντας θαρραλέα τους σοφούς της αρχαιότητας χριστιανούς προ του γράμματος!

Συναρμόζοντας τους αρχαίους με τους μέσους αιώνες στην ψυχή τους, οι άνθρωποι της εποχής εκείνης απεργάζονται δυναμικά την ιστορική του έθνους συνέχεια, το σε όραμά τους θα ζωντανέψει στους νάρθηκες των Εκκλησιών, όπου ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και οι άλλοι μεγάλοι του προχριστιανικού ελληνισμού θα ιστορηθούν με αμφίεση προφητών.

Ο νεώτερος ελληνισμός, όπως άλλωστε και ο βυζαντινός που τον γέννησε δεν συνιστούν παράλληλα ή προδρομικά φαινόμενα των νεοτέρων χρόνων της Ευρώπης, αλλά συνιστούν, και εδώ έγκειται η εθνική μας ιδιορρυθμία, ανάπλαση και μεταστοιχείωση ενός και του αυτού λαού, από εσωτερική περίσσια και όχι από εξάντληση.